Ἰφιμεδείας

Ἰφιμεδείας
Ἰφιμεδείᾱς , Ἰφιμέδεια
fem acc pl
Ἰφιμεδείᾱς , Ἰφιμέδεια
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αλωεύς — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Ασωπίας, σύζυγος της Ιφιμέδειας, η οποία απέκτησε από τον Ποσειδώνα δύο γιους, τον Ώτο και τον Εφιάλτη. Ο Α. τους ανέθρεψε σαν να ήταν δικά του παιδιά (Αλωάδαι) και μεγάλωσαν τόσο γρήγορα ώστε έγιναν… …   Dictionary of Greek

  • ωτός — Πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, γιος του Ποσειδώνα και της Ιφιμέδειας. * * * ὁ, Α βλ. ώτος …   Dictionary of Greek

  • ώτος — Πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, γιος του Ποσειδώνα και της Ιφιμέδειας. * * * ο / ὦτος, ΝΑ, και ὠτός Α νεοελλ. ζωολ. γένος γλαυκόμορφων πτηνών, στο οποίο ανήκει μεταξύ άλλων και ο κν. γνωστός γκιόνης αρχ. 1. το πουλί μπούφος («ὁ δ ὦτος,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”